Μετά τη χθεσινοβραδινή σύσκεψη στο Υπουργείο Οικονομικών για το μέλλον της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας είναι φανερό ότι υπάρχουν δύο γραμμές στην κυβέρνηση για την αντιμετώπιση μίας κατάστασης που έχει εξελιχθεί πλέον σε καρκίνωμα με κύρια ευθύνη των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Με τη συνεργασία του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ISDA)
Η μία γραμμή φέρεται να αντιπροσωπεύει τη θέση του Υπουργείου Οικονομικών
το οποίο προτείνει τον «ξαφνικό» θάνατο με την άμεση διακοπή
λειτουργίας, την απόλυση των εργαζομένων και την πώληση των όποιων
περιουσιακών στοιχείων.
Η δεύτερη γραμμή προωθείται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)
και συγκεκριμένα την αναπληρωτή υπουργό Φώφη Γεννηματά, η οποία και
συμμετείχε στη χθεσινοβραδινή σύσκεψη. Σύμφωνα με τη θέση του ΥΠΕΘΑ προτείνεται η εκκαθάριση εν λειτουργία των κρατικά ελεγχόμενων εταιριών με ταυτόχρονη αναδιάρθρωσή τους.
Μεταξύ αυτών των δύο γραμμών αντιμετώπισης του καρκινώματος έχουν αναπτυχθεί και άλλα συνδυαστικά σενάρια, σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Για άλλη μία φορά όμως φαίνεται ότι και οι δύο προτεινόμενες
λύσεις είτε έχουν προκριθεί λόγω δημοσιονομικού «πανικού» (στην πρώτη
περίπτωση) είτε απλώς σκοπεύουν να καταστήσουν πιο ομαλή τη μετάβαση στη
διάδοχη κατάσταση ώστε να αποφευχθούν οι βαρύτατες πολιτικές
παρενέργειες που ακολούθησαν την απόφαση για τον «ξαφνικό» θάνατο της
ΕΡΤ.
Είναι αλήθεια ότι οι αποφάσεις για την κρατικά ελεγχόμενη βιομηχανία έχουν καθυστερήσει δεκαετίες.
Όμως, σήμερα οι αποφάσεις δεν μπορούν να ληφθούν για μια ακόμη φορά «στο«γόνατο»
γιατί το αποτέλεσμα τους κάθε άλλο παρά βιώσιμο θα είναι, χωρίς να
συνυπολογιστεί σειρά παραμέτρων και να χαραχθεί και μία μακρόπνοη
στρατηγική.
Οι τρεις εταιρίες που συνιστούν την κρατικά ελεγχόμενη βιομηχανία (Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία – ΕΑΒ, Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα – ΕΑΣ και Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων – ΕΛΒΟ) αν και υπέφεραν και συνεχίζουν να υποφέρουν από τις λανθασμένες αποφάσεις, τις παραλείψεις και πρωτίστως το κρατικό στιλ διοίκησης, εν τούτοις βρίσκονται σε διαφορετική οικονομική κατάσταση και λόγω αντικειμένων έχουν διαφορετικές προοπτικές.
Όμως δεν είναι ίδιες και συνεπώς δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο.
Υπάρχουν όμως μερικές κοινοί παράμετροι που θα πρέπει να συνυπολογιστούν σε οποιοδήποτε μελλοντικό σχεδιασμό.
>Το μέγεθος της εσωτερικής αγοράς. Οι ανωτέρω βιομηχανίες ιδρύθηκαν και συνεχίζουν να λειτουργούν πρωτίστως για την ικανοποίηση των αναγκών των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Για να καλύψουν ανάγκες σε αναλώσιμα (πρωτίστως σε πυρομαχικά),
συντήρηση και υποστήριξη αλλά και εγχώριας βιομηχανικής συμμετοχής σε
προγράμματα προμήθειας υλικού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Όλες τις
προηγούμενες δεκαετίες τα «παρατράγουδα» σε αυτούς τους τρεις κύριους
τομείς δραστηριότητας ήταν πολλά και «γαργαλιστικά». Κοινός παρονομαστής πάντως η σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη ανάπτυξης ιδίων προϊόντων.
Σήμερα και για τα επόμενα χρόνια η εσωτερική αγορά ουσιαστικά είναι και θα παραμείνει ανύπαρκτη,
καθώς οι συνεχείς μειώσεις του αμυντικού προϋπολογισμού που έχουν γίνει
τα προηγούμενα χρόνια και οι επερχόμενες, τοποθετούν τις Ένοπλες
Δυνάμεις σε θέση αδυναμίας να καλύψουν έστω και τις στοιχειώδεις
υποχρεώσεις τους. Κατά συνέπεια το μέγεθος της εσωτερικής αγοράς δεν μπορεί να υποστηρίξει αυτές τις βιομηχανίες στο μέγεθος που λειτουργούν σήμερα.
>Περισσότερο ή λιγότερο (κατά περίπτωση) οι τρεις εταιρίες χρειάζονται αναδιάρθρωση η οποία αφού δεν έγινε ομαλά τα προηγούμενα χρόνια τώρα αναγκαστικά θα γίνει βίαια, στο πρότυπο των συνήθων αντιδράσεων στην Ελλάδα σε οποιαδήποτε αλλαγή, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η χώρα στην ανάγκη να κάνει με βίαιο τρόπο όσα δεν έκανε επί πολλά χρόνια υπό πιο ομαλές συνθήκες και κάποιοι θριαμβολογούσαν για το επιτυχές μπλοκάρισμα, οι οποίοι θα έπρεπε σήμερα να λογοδοτήσουν.
Καταρχάς αναδιάρθρωση σε επίπεδο προσωπικού. Είτε αρέσει είτε όχι, ο λόγος διοικητικού προς παραγωγικό προσωπικό
θα πρέπει να είναι μικρός (π.χ. 1 προς 15) και όχι φυσικά στα επίπεδα
που είχε φθάσει στην κρατικά ελεγχόμενες εταιρίες (κυμαινόμενος ανάλογα
με την περίπτωση). Το παραγωγικό προσωπικό αποτελεί το κυριότερο
περιουσιακό στοιχείο των εταιριών και η διαχείριση του δεν πρέπει να
γίνεται με τα ισοπεδωτικά κριτήρια του δημόσιου τομέα.
Ας σημειωθεί εδώ, ότι για παράδειγμα, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΑΒ είναι η μαζική αποχώρηση πιστοποιημένων τεχνικών, οι οποίοι φυσικά δεν φθάνουν στο υψηλό επίπεδο κατάρτισης και δεξιότητας που απαιτείται από τη μία μέρα στην άλλη. Αναδιάρθρωση σε επίπεδο εγκαταστάσεων – παραγωγικών δυνατοτήτων.
Για παράδειγμα τα ΕΑΣ είναι ίσως η μοναδική βιομηχανία εκρηκτικών και
πυρομαχικών που πολλές από τις παραγωγικές τους μονάδες βρίσκονται πλέον
εντός του αστικού ιστού.
>Η λήψη της θεμελιώδους απόφασης για την οργανική δυνατότητα συντήρησης των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το
μικτό σύστημα που υπάρχει σήμερα αποτελεί κατασπατάληση πόρων, ενώ
είναι απόλυτα λογικό ότι οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δεν μπορούν να
ανταποκριθούν στο υπέρογκο κόστος συντήρησης που χρέωναν και χρεώνουν οι
κρατικές βιομηχανίες. Άρα στην περίπτωση που η βιομηχανία θα
αναλάβει την εργοστασιακή συντήρηση οι χρεώσεις θα πρέπει να είναι
εξαιρετικά ανταγωνιστικές σε σχέση με το κόστος της οργανικής
συντήρησης.
>Η ύπαρξη στρατηγικού εταίρου – επενδυτή. Αφού
επί δεκαετίες, και μάλιστα την εποχή των «παχέων αγελάδων» αποτύχαμε να
αναπτύξουμε ιδίας σχεδίασης και τεχνολογίας προϊόντα (αυτά που
αναπτύχθηκαν είναι ελάχιστα), η όποια αναδιάρθρωση θα πρέπει να
περιλαμβάνει και τη συμμετοχή στρατηγικών εταίρων που θα
ενσωματώσουν – διασυνδέσουν τις τρεις κρατικές βιομηχανίες στο πλέγμα
παραγωγής της παγκόσμιας αεροδιαστημικής και αμυντικής βιομηχανίας.
Ενός τομέα όμως που πλέον αντιμετωπίζει κρίση αφού σχεδόν σε όλο τον κόσμο οι αμυντικοί προϋπολογισμοί μειώνονται και η τάση δεν εκτιμάται ότι θα αντιστραφεί σύντομα. Κατά συνέπεια οι τομείς δραστηριοποίησης των αναδιαρθρωμένων εταιριών θα πρέπει να επιλεγούν με προσοχή καθώς κύριο κριτήριο θα πρέπει να είναι η μακροβιότητα, ει δυνατόν, της δραστηριότητας.
Θα κλείσουμε το σύντομο αυτό σημείωμα, επισημαίνοντας ότι η
αναδιάρθρωση ή ακόμη και η εκκαθάριση της κρατικά ελεγχόμενης αμυντικής
βιομηχανίας απαιτεί βαθεία μελέτη, γνώση των δεδομένων της συγκεκριμένης
αγοράς και συσχετισμό της λήψης των όποιων αποφάσεων με τα τεκταινόμενα
και τις εξελίξεις της διεθνούς αγοράς.
Η εθνική άμυνα χρειάζεται εγχώρια βιομηχανική υποδομή η οποία
πέρα από τη διασφάλιση του εφοδιασμού και της υποστήριξης των Ενόπλων
Δυνάμεων αποτελεί και μέθοδο επιστροφής της επένδυσης.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα, από τη δεκαετία του 1970 που η ελληνική αμυντική βιομηχανία άρχισε να δημιουργείται και να αναπτύσσεται, ποτέ δεν σχεδιάστηκε ολοκληρωμένη και μακροπρόθεσμη βιομηχανική πολιτική γεγονός που καταδίκασε την κρατική (και για τους λόγους που προαναφέραμε) αλλά και την ιδιωτική βιομηχανία σε μαρασμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου