Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Νίκος Δημητράτος: «όταν τραγουδάω κρατώ ένα φύλλο κλαρί; Για να νιώθω πως είμαι γήινος. Έχω κάνει 72 επαγγέλματα. Δεν μπορώ να συμβιβάζομαι».

 Ένας σπουδαίος τραγουδιστής και ηθοποιός


Ο Νίκος Δημητράτος, ο μεγάλος αυτός ερμηνευτής, γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου του 1942 στην Αθήνα, στην αγαπημένη του Πλάκα. Σπούδασε Θέατρο, σολφέζ και βυζαντινή μουσική. Πρωτοεμφανίστηκε το 1971 στο θέατρο με το κλασικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη: "Το παραμύθι χωρίς όνομα". Αργότερα έπαιξε στη θρυλική παράσταση "Το Μεγάλο μας Τσίρκο" (Θίασος Τζένης Καρέζη - Κώστα Καζάκου) του Ιακ. Καμπανέλλη, όπου και τραγούδησε το "Προσκύνημα" του Σταύρου Ξαρχάκου. 
Ο Σταύρος Ξαρχάκος τίμησε κι' άλλες φορές τον ασυναγώνιστο αυτό ερμηνευτή με άλλους δύο δίσκους - σταθμούς: "Νυν και Αει" &"Ρεμπέτικο". Και τα δύο έργα, σε στίχους Νίκου Γκάτσου.
Πήρε μέρος, ως ηθοποιός, σε πάρα πολλές θεατρικές παραστάσεις, αλλά και σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, όπως: Αντάρτες των πόλεων, Εποχή των δολοφόνων, Ένα σενάριο είναι η ζωή μας, Κλειστή στροφή, Όργια σε τιμή ευκαιρίας, Οι πολεμιστές της ειρήνης, Ο αντιφασίστας, Καυτή εκδίκηση, Διδάκτωρ καλεί Θανάση, Άντε γεια, Ρεμπέτικο... Στρας, Μη φοβάσαι τη φωτιά, Η ζωή που δεν έζησα, Βαμμένος ήλιος, Τζιβαέρι κ.ά. 

Όσον αφορά τη δισκογραφική του παρουσία, εκτός από τη συνεργασία του με το Σταύρο Ξαρχάκο, έχουμε κάποιες εξαιρετικές, αλλά λίγεςσυμμετοχές: 
"Ο Καραγκιόζης και οι Βάτραχοι" των Ευγένιου Σπαθάρη - Δημήτρη Λέκκα - Γιώργου Παυριανού, "Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας" των Οδυσσέα Ελύτη - Δημήτρη Λάγιου, "Καπνισμένος ουρανός" των Βασίλη Δημητρίου - Βαγγέλη Γκούφα, "Χωρίς παρέα" του Θοδωρή Ξυδιά,"Έρωτας Αρχάγγελος" των Χρήστου Λεοντή - Δημήτρη Λέντζου, "Carte Postale" των Νότη Μαυρουδή - Ηλία Κατσούλη κ.ά. 


Συνεργάστηκε σε συναυλίες και μουσικές παραστάσεις με πάρα πολλούς σημαντικούς έλληνες τραγουδιστές και μουσικοσυνθέτες, όπως Μάρκος και Στέλιος Βαμβακάρης, Σωτηρία Μπέλλου, Νίκος Ξυλούρης, Σταύρος Κουγιουμτζής, Απόστολος Καλδάρας, Ηλίας Ανδριόπουλος, Δήμος Μούτσης, Γιώργος Χατζηνάσιος, Ελένη Βιτάλη, Θανάσης Γκαϊφύλλιας, Σωτηρία Λεονάρδου... με όλο σχεδόν το ελληνικό τραγούδι!!!

Παρακάτω δύο σπάνιες συνεντεύξεις του Νίκου Δημητράτου. Η πρώτη είναι στο περιοδικό "ΌΑΣΙΣ" και στο δημοσιογράφο - φιλόλογο Σπύρο Αραβανή.
 Μια συνέντευξη που έγινε τον Οκτώβριο του 2009 στο σπίτι του αγαπημένου τραγουδιστή και ηθοποιού:

 
Έχω κάνει 72 δουλειές! Δεν συμβιβάζομαι…

Όταν πριν από λίγα χρόνια στην εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου «Στην υγειά μας» εμφανίστηκε ο Νίκος Δημητράτος, τα μηχανάκια της AGB χτύπησαν κόκκινο - για τα δεδομένα της τηλεοπτικής ζώνης και του καναλιού. Κοκκίνισαν, δε, την επόμενη μέρα περισσότερο όταν προβλήθηκε η εκπομπή σε επανάληψη. 
Πολλοί τότε, κυρίως νεότεροι, τηλεθεατές εντυπωσιάστηκαν από τις φωνητικές του ικανότητες και αναζητώντας τα ίχνη του στη μουσική ιστορία του τόπου μας ανακάλυψαν έκπληκτοι έναν θησαυρό: τις ερμηνείες του στο περίφημο Ρεμπέτικο (όπου είχε και βασικό ρόλο), στο Νυν και Αεί,
 στο Μεγάλο Μας Τσίρκο, στον Ήλιο Τον Ηλιάτορα, και τη θεατρική, κινηματογραφική και τηλεοπτική του παρουσία
 (Παραμύθι Χωρίς Όνομα, Άντε Γεια, 
Μη Φοβάσαι Τη Φωτιά, Τζιβαέρι κ.ά.).
Ο Νίκος Δημητράτος με τις αναρίθμητες συναυλίες αλλά με τη μετρημένη προσωπική δισκογραφία μοιάζει σαν ένα χαμένο δισκογραφικό και «καριερίστικο» στοίχημα, ωστόσο ο ίδιος εμφανίζεται απόλυτα ήρεμος και ευτυχισμένος. 
«Ξέρεις γιατί», μου λέει στο τέλος της συνέντευξής μας, «όταν τραγουδάω κρατώ ένα φύλλο κλαρί; Για να νιώθω πως είμαι γήινος. Έχω κάνει 72 επαγγέλματα. Δεν μπορώ να συμβιβάζομαι». Τα εκτιμάς άραγε αυτά ποτέ «Μάνα μας Ελλάς»;



Ξεκινήσατε από πολύ μικρή ηλικία να ασχολείστε με τη βυζαντινή μουσική. Αισθάνεστε την επιρροή της  στην τραγουδιστική σας εκφορά;
Σε μεγάλο βαθμό. Το 1948, σε ηλικία έξι χρόνων, με έστειλε η μητέρα μου στη Μητρόπολη Αθηνών να γίνω παπαδάκι. Στους τρεις μήνες, περίπου, αντιλαμβάνομαι ότι και άλλοι εκτός της χορωδίας ψέλνουν μέσα στο ιερό, κι έτσι ανοίγω κι εγώ το στόμα μου και επαναλαμβάνω ό,τι ακούω. Η φωνή μου άρεσε στον διευθυντή της χορωδίας, Μιχάλη Χατζή, και από τότε, και για 34 ολόκληρα χρόνια, ήρθα σε επαφή με τη βυζαντινή μουσική, σπουδάζοντάς την και ψέλνοντας στην εκκλησία.


Με το καθαρόαιμο τραγούδι πότε ήρθατε σε επαφή;
Γύρω στα είκοσί μου άρχισα να τραγουδάω σε μπουάτ στην Πλάκα. Στην μπουάτ «Κατακόμβη» με είδε ο σκηνοθέτης Τάσος Πετρής και με συμβούλεψε να πάω σε θεατρική σχολή. Ήταν ο πρώτος που διαπίστωσε ότι εκτός από καλή φωνή έχω και κάποιο ταλέντο στη θεατρική ερμηνεία. Τελειώνοντας τον στρατό έδωσα εξετάσεις στο Θέατρο Τέχνης. Ήμασταν 58 άτομα και πήραν μόνο 2.
 Φοίτησα δύο χρόνια, στο δεύτερο μάλιστα πήρα και άριστα. Έμαθαν όμως οι υπεύθυνοι του θεάτρου ότι τα βράδια τραγουδούσα σε μπουάτ και ταβέρνες για βιοποριστικούς λόγους -είχα άρρωστη τότε τη μητέρα μου στο νοσοκομείο, πατέρα δεν είχα- και ο Λαζάνης μού ζήτησε να σταματήσω ή να φύγω.
 Έτσι έφυγα και πήγα στη σχολή του Γρηγόρη Βαφειά.


Κορυφαίες ασφαλώς στιγμές στη θεατρική σας καριέρα οι παραστάσεις Παραμύθι Χωρίς Όνομα και Το Μεγάλο Μας Τσίρκο. Τι θυμάστε πιο έντονα από αυτές;
Είναι πολλές οι μνήμες. Χαρακτηριστικό και στις δύο, λόγω δικτατορίας, η έντονη συμμετοχή του κόσμου και η συγκίνησή του. Θα σου πω και μία πλάκα που έγινε όταν παίζαμε με τη Νέα Πορεία στη Βουκουρεστίου το Παραμύθι Χωρίς Όνομα, μια μεγάλη παράσταση με 13 ηθοποιούς. Όταν  βγαίναμε το βράδυ από το θέατρο βλέπαμε να μας περιμένουν απέναντι ισάριθμοι αστυνομικοί.
 Ένα βράδυ σκεφτήκαμε να τους κάνουμε πλάκα.
 Να φύγουμε προς διαφορετικές κατευθύνσεις ο καθένας και αργότερα να συγκεντρωθούμε όλοι μαζί σε ένα σημείο. Έτσι κι έγινε. Μαζευτήκαμε στα Εξάρχεια δεκατρείς ηθοποιοί και απέναντι δεκατρείς αστυνομικοί…


Από Το Μεγάλο Μας Τσίρκο τι αναμνήσεις έχετε;
Θυμάμαι, όταν πρωτοπήγα στο σπίτι της Καρέζη και του Καζάκου, ύστερα από πρόταση του Κώστα Τσιάνου, ο οποίος μου είχε πει ότι έψαχναν τραγουδιστή και ηθοποιό καθώς στη δεύτερη παράσταση είχε φύγει ο Νίκος Ξυλούρης.
 Εκεί λοιπόν, ενώπιον όλων και φυσικά του Ξαρχάκου, τραγούδησα με την κιθάρα μου το  Προσκύνημα, κι έτσι πήρα τον ρόλο.


Σταύρος Ξαρχάκος, λοιπόν, και μια κοινή πορεία 17 χρόνων. Μιλήστε μας γι’ αυτή τη σχέση, που δεν απέφερε όμως πολλούς καρπούς σε δισκογραφικό επίπεδο.
Με τον Ξαρχάκο έχουμε γυρίσει σχεδόν όλο τον κόσμο για συναυλίες, και φυσικά έχουμε οργώσει όλη την Ελλάδα. Δημιουργικά είχαμε μια πολύ καλή σχέση, όμως αυτή χάλασε γιατί είχε έναν δικό του τρόπο σκέψης, τον οποίο μετά από κάποια χρόνια δεν μπορούσα να αποδεχτώ κι έτσι σταμάτησα τη συνεργασία μας. Τον εκτιμώ, βέβαια, απεριόριστα και σε όλη μου τη ζωή θα τον ευχαριστώ για τα σκαλοπάτια που μου έδωσε να γίνω γνωστός σαν τραγουδιστής. Σε αυτό το σημείο θέλω να πω μια μικρή ιστορία σχετικά με το Ρεμπέτικο και το τραγούδι Μάνα μου Ελλάς, που κατά γενική ομολογία είναι μία από τις καλύτερες δουλειές των τελευταίων δεκαετιών. Γράφαμε στο Περιβόλι τ’ Ουρανού, δεκατρία άτομα ορχήστρα και τραγουδιστές μ’ ένα μικρόφωνο. Στην πρόβα, ξεκινάει την εισαγωγή με το σαντούρι του ο τεράστιος Αριστείδης Μόσχος και ακολουθεί με το βιολί του ο υπέροχος Στάθης Κουκουλάρης, ο οποίος ήταν τυφλός. Ακούγοντας εγώ τον ήχο του βιολιού προσπάθησα μετά, στην εγγραφή, με τη φωνή μου να αποδώσω τον καημό και τον θρήνο που έβγαζε το βραχνό αυτό παίξιμο της χορδής του. Όλοι βάλαμε την ψυχή μας και το μεράκι μας σ’ αυτόν τον δίσκο κι έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία.


Επιμένω όμως: γιατί η επιτυχία του Ρεμπέτικου δεν έφερε και άλλες δισκογραφικές συμπράξεις με τον Ξαρχάκο;
Ίσως φοβήθηκε πως αν μ’ έκανε φίρμα θα έφευγα από κοντά του.
 Δεν ξέρω…




Λίγο νωρίτερα είχατε συνεργαστεί και μ’ έναν άλλο σπουδαίο και αδικοχαμένο συνθέτη μας, τον Δημήτρη Λάγιο, στον Ήλιο τον Ηλιάτορα.
Ο Δημήτρης ήταν τεράστιος συνθέτης και εξαιρετικός άνθρωπος. Απόδειξη ότι ήταν ένας από τους λίγους που έλαβαν άδεια από τον Ελύτη να μελοποιήσουν έργο του. Επρόκειτο να κάνουμε και άλλες δουλειές, αλλά δυστυχώς άρχισαν
 οι περιπέτειες με την υγεία του και δεν προλάβαμε.


Με άλλους συνθέτες και στιχουργούς γιατί δεν συνεργαστήκατε περισσότερο τη δεκαετία του ’80;
Σε συναυλίες συνεργάστηκα με όλους σχεδόν τους συνθέτες: Κουγιουμτζή, Καλδάρα, Μούτση, Χατζηνάσιο, Ανδρεόπουλο, κ.ά. Όλοι μου πρότειναν να κάνουμε δίσκο, αλλά όταν ετοίμαζαν τα τραγούδια, είτε με προτροπή της εταιρείας τους ή από μόνοι τους, προτιμούσαν να τα δώσουν σε φίρμες για να έχουν σίγουρη επιτυχία.


Τι μερίδιο ευθύνης δίνετε εσείς στον εαυτό σας για την έλλειψη αυτή των συνεργασιών;
Δεν πίεζα ή δεν παρακαλούσα κανέναν για να με προωθήσει. Όταν μετά από ατέλειωτες πρόβες ή συζητήσεις έδιναν αλλού τα τραγούδια, χωρίς καν να μου τηλεφωνήσουν, να μου πουν ένα ψέμα τουλάχιστον, τι να κάνω; Θα πρέπει να τονίσω και πάλι ότι δεν έχω παρακαλέσει συνθέτη για τραγούδια. Όχι από εγωισμό, αλλά γιατί τους σέβομαι, κι αν μου πουν όχι δεν θα εξηγήσω αν στενοχωριέμαι ή όχι, θα πω «ευχαριστώ πολύ και χαίρετε».


Οι εταιρείες γιατί δεν ποντάρισαν πάνω σας ως δυνατό χαρτί;
Γιατί δεν δεχόμουν να υπογράψω συμβόλαια με όρους εξευτελιστικούς και ήθελα να έχω λόγο στην επιλογή των τραγουδιών. Το να βγάζω δίσκους για να είμαι απλώς στην επικαιρότητα ποτέ δεν μ’ ενδιέφερε. Έπρεπε να μ’ αγγίξει μια δουλειά για να την ερμηνεύσω.


Τι απαντάτε συνοπτικά στο ερώτημα που παραμένει: γιατί δεν έκανε τη μεγάλη καριέρα ο Δημητράτος ενώ είχε όλες τις δυνατότητες;
Θα ’λεγα ότι δεν ήμουν καλός μάνατζερ του εαυτού μου.


Αδικημένος, πάντως, κατά τη γνώμη μου είναι και ο δίσκος Χωρίς Παρέα, του συνθέτη Θοδωρή Ξυδιά, στον οποίο συμμετείχατε το 2003.
Συμφωνώ. Ήταν μια πολύ καλή δουλειά. Ο Θοδωρής είναι ένας ευαίσθητος άνθρωπος και καλός συνθέτης, αλλά όπως κι εγώ δεν μπορεί να προωθήσει τη δουλειά του με παρακάλια και τηλεφωνήματα. Στον δίσκο ξεχωρίζω ειδικά ένα τραγούδι, το Απόψε φύγαν όλοι τους, το οποίο με συγκινεί πάντα. Όπως και το Προσκύνημα, όταν το τραγουδώ ζωντανά λέω τους στίχους που στον δίσκο λέει
 η Καρέζη, «Έλα να αγκαλιαστούμε, ν’ ανοίξουν πόρτες, ν’ ανοίξουν παράθυρα και οι γενναίοι να πετρώσουν εκεί, έλα, έλα…» Τα τραγουδώ κι ανατριχιάζω.


Η πιο πρόσφατη δισκογραφική σας εμφάνιση είναι στον δίσκο του Χρήστου Λεοντή Έρωτας Αρχάγγελος, σε εξαιρετικούς στίχους του Δημήτρη Λέντζου. Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτή τη δουλειά;
Πολύ καλή. Με άγγιξε από την πρώτη στιγμή που την άκουσα. Υπέροχη η μουσική του Λεοντή, όπως και οι στίχοι. Ο στιχουργός λαϊκός, αλλά με φιλοσοφία, καταφέρνει και πετυχαίνει τον στόχο του κατευθείαν. Γνωριζόμαστε από παλιά με τον Χρήστο και χαίρομαι που έστω και μετά από πολλά χρόνια συνεργαστήκαμε τόσο δημιουργικά.


Θα ’θελα τώρα να αξιολογήσετε ορισμένες φωνές. Ξεκινώ από τις αγαπημένες σας.
Ενδεικτικά θα σου πω, γιατί ξεχωρίζω πολλούς. Από τους παλιούς αγαπώ πολύ την τεράστια Σωτηρία Μπέλλου γιατί ήταν μοναδική, και τον Στελάκη Περπινιάδη. Ήξερε να εκφράζει το συναίσθημα στο τραγούδι. Από τους σύγχρονους μεγάλος τραγουδιστής είναι ο Πασχάλης Τερζής. Θα μπορούσε να πει πάρα πολύ καλά τραγούδια αν δεν κυνηγούσε το μεροκάματο. Αγαπώ, επίσης, τις φωνές της Χαρούλας Αλεξίου και της Αρλέτας. Από τους πιο καινούργιους εκτιμώ ως δημιουργούς και ερμηνευτές τους Κατσιμιχαίους και τον Χρήστο Θηβαίο. Επίσης τον Σωκράτη Μάλαμα και ως φωνή και ως συναίσθημα. Έχει βρει τον δικό του τρόπο να φέρει το λαϊκό στην καρδιά μας.


Θα θέλατε να σας γράψει τραγούδια;
Μακάρι να ’ρθει, Παναγία μου!


Στο δίλημμα Καζαντζίδης ή Μπιθικώτσης τι επιλέγετε;Μπιθικώτσης.
 Λόγω φωνής αλλά και ρεπερτορίου. Είχε μέσα στη φωνή του τη φιλοσοφία που κουβαλούσε και ως άνθρωπος. Ήταν «ξερός», είχε όμως μέσα του ένα μαχαίρι που σε τσύγκλιζε κατευθείαν στην καρδιά. Ο Καζαντζίδης είχε τεράστια φωνή που κατά την άποψή μου, όμως, την εγκλώβισε, λόγω ρεπερτορίου, σ’ έναν ίδιο δρόμο ερμηνείας όλων των τραγουδιών του.


Γιώργος Νταλάρας;
Εργάτης, αφοσιωμένος στο τραγούδι, και για μένα λαϊκή φωνή κυρίως.
 Με τον Νταλάρα ξεκινήσαμε μαζί, κοντά στον Μητσάκη. Θυμάμαι, μετά τη δουλειά πηγαίναμε με ταξί στον Λυκαβηττό και βάζαμε κασέτες ν’ ακούσουμε. Αυτός έβαζε Καζαντζίδη κι εγώ Μπιθικώτση.


Ελένη Βιτάλη;
Πάνω απ’ όλες τις λαϊκές και δημοτικές μας τραγουδίστριες.


Κλείνω ζητώντας δυο λόγια για τον Σπύρο Παπαδόπουλο, τον άνθρωπο που μέσω της σαββατιάτικης εκπομπής του θα λέγαμε σας ξαναέβγαλε στο προσκήνιο.Θα απαντήσω περιγράφοντας την πρώτη μας επαφή που τα λέει όλα και περιγράφει το τι άνθρωπος είναι: Με κάλεσαν να τραγουδήσω σε μια εκπομπή όπου θα παρουσίαζαν μια καινούργια τους δουλειά ο Χρήστος Τσιαμούλης και η Λιζέτα Νικολάου, και ήταν και άλλοι γνωστοί δημοτικοί τραγουδιστές. Όταν με είδε στο γύρισμα ο Σπύρος ήρθε κοντά μου και μου λέει μ’ ένα χαμόγελο που μου μετέδωσε  ζεστασιά
 «Γεια σου, Δημητράτο. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Θέλω να σου κάνω μια πρόταση». «Τι πρόταση», τον ρωτώ. 
«Ένα αφιέρωμα».
 «Μα δεν με ξέρετε καλά, πρέπει να σας μιλήσω για ’μένα». 
«Σε ξέρω πολύ καλά και θα μιλήσω εγώ για ’σένα», μου είπε,
 «και θα επιλέξεις εσύ το ρεπερτόριο που θέλεις να τραγουδήσεις».
 Ο Σπύρος, λοιπόν, έχει μεγάλη τιμιότητα και ήθος.
 Είναι συνειδητός καλλιτέχνης και ηθοποιός.

Δεν υπάρχουν σχόλια: