Ο επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ μιλάει στον «Ε.Π.» και τ. Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Π.Ε.
Έξι χρόνια σκληρής μνημονιακής πολιτικής και οι εργαζόμενοι έχουν
απολέσει τα εργασιακά τους κεκτημένα και όσα απέμειναν, βρίσκονται στο
στόχαστρο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ενώ τα στοιχεία που έρχονται
κατά καιρούς στη δημοσιότητα περιγράφουν έναν εργασιακό μεσαίωνα που
ήρθε για να μείνει, χωρίς διάθεση ανατροπής του.
Μιλώντας στον “Ενεργό Πολίτη” ο επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ της
ΓΣΕΕ κ. Αποστόλης Καψάλης περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα την
κατάσταση που επικρατεί στην αγορά εργασίας, τονίζοντας με έμφαση ότι “
η απλήρωτη εργασία επεκτείνεται, η παραβατικότητα στην αγορά εργασίας
διογκώνεται, ενώ η αδήλωτη εργασία συγκαλύπτεται με κάθε λογής
τέχνασμα”.
“Οι χειρότεροι μήνες οι τρεις τελευταίοι”
Σύμφωνα με τον κ. Καψάλη “οι τελευταίοι
τρεις-τέσσερις μήνες είναι αναμφίβολα οι χειρότεροι μήνες σε ό, τι αφορά
στις εργασιακές σχέσεις τουλάχιστον από το 2001 και μετά, από τότε
δηλαδή που υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά συγκρίσιμα στοιχεία. Δεν είναι
μόνο το γεγονός ότι πάνω από το 60% των προσλήψεων αφορούν σε μερική ή
εκ περιτροπής εργασίας και όχι σε πλήρη απασχόληση, αλλά και το γεγονός
ότι το μερίδιο των ευέλικτων μορφών απασχόλησης βαίνει σταθερά
αυξανόμενο. Η απλήρωτη εργασία επεκτείνεται, η παραβατικότητα στην αγορά
εργασίας διογκώνεται, ενώ η αδήλωτη εργασία συγκαλύπτεται με κάθε λογής
τέχνασμα, όπως η υποδηλωμένη εργασία, η ψευδο-αυτοαπασχόληση (μισθωτή
εργασία με μπλοκάκι) και η «κλωνοποίηση» των εργαζομένων”.
Ωστόσο, τι θα σημαίνουν για τους εργαζόμενους οι νέες αξιώσεις των
δανειστών, όταν δεν έχει μείνει τίποτα όρθιο στα εργασιακά κεκτημένα;
Κατά τον Καψάλη “οι επικείμενες αλλαγές θα πρέπει να καταστεί σαφές
ότι δεν προωθείται κανένα προστατευτικό μέτρο προς όφελος του κόσμου της
μισθωτής εργασίας σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο. Αντιθέτως, οι
δανειστές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους εισηγούνται: α) την περαιτέρω
διάρρηξη των κατώτατων μισθών κάτω και από τα 586 ή 511 ευρώ για πλήρη
απασχόληση, δηλαδή την απόλυτη φτωχοποίηση των εργαζομένων, β) την πλήρη
απελευθέρωση και των ομαδικών απολύσεων για την διευκόλυνση της
εκποίησης της δημόσιας υπηρεσίας σε αποικιακού τύπου «επενδυτές», γ) την
διατήρηση στην ουσία ενός περιβάλλοντος πλήρως διαλυμένων συλλογικών
διαπραγματεύσεων, επειδή η όποια «αποκατάσταση» του δικαίου των
συλλογικών συμβάσεων, εφόσον μάλιστα ακολουθεί τις βέλτιστες ευρωπαϊκές
αντεργατικές πρακτικές, δεν θα σημάνει σε καμία περίπτωση την κατάθεση
του νομοσχεδίου που είχαμε ετοιμάσει στο Υπουργείο Εργασίας από τον
Μάρτιο του 2015 και το οποίο στόχευε σε πλήρη επαναρρύθμιση του πεδίου
και ε) την κατάργηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και
τη διάλυση του απεργιακού δικαίου για να διευκολυνθεί η μετατροπή της
αγοράς εργασίας σε κανονική ζούγκλα.
Αν σκεφτεί κανείς ότι και χωρίς αυτές τις επώδυνες προγραμματισμένες
απορρυθμίσεις οι εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα βρίσκονται στο ναδίρ,
γίνονται εύκολα αντιληπτές οι συνέπειες μιας επιπλέον υποβάθμισης της
προστασίας των εργαζομένων”.
Πολλά τα προβλήματα, καμία διάθεση για αγώνες
Δυστυχώς, παρά τα έντονα προβλήματα που
αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, οι πρόσφατες απεργιακές κινητοποιήσεις
μόνον μαζικές δεν ήταν, γεγονός που δημιουργεί προβληματισμό, καθώς
πολλοί μιλούν για απαξίωση του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και για
ένα αίσθημα απογοήτευσης.
“Και τα δύο. Οι μαζικοί εργατικοί και κοινωνικοί αγώνες της περιόδου
2010-2012 δεν κατάφεραν να αναχαιτίσουν την μνημονική νέο-φιλελεύθερη
επέλαση -εκτός ίσως να την περιορίσουν και να την καθυστερήσουν στο
δημόσιο μόνο τομέα- και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απογοήτευση και την
υποχώρηση των κινημάτων” τονίζει ο κ. Καψάλης και σημειώνει ότι “η
εξέλιξη αυτή επικύρωσε τις χρονίζουσες παθογένειες του ελληνικού
συνδικαλιστικού κινήματος και επιβεβαίωσε τα όρια της κλασικής
απεργιακής δράσης-διαμαρτυρίας. Στη συνέχεια, η αναθετική κουλτούρα
ορισμένων τάσεων του κινήματος και η προσδοκία της από τα πάνω βελτίωση
των εργασιακών σχέσεων μέσα από την κυβερνητική αλλαγή, διαψεύστηκαν από
την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, το οποίο στα εργασιακά συνεπάγεται
την απαγόρευση ανατροπής των αντεργατικών μέτρων των δύο πρώτων
μνημονίων και στο ασφαλιστικό την απορρύθμιση που θεσπίστηκε την
περασμένη άνοιξη. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο κόσμος της εργασίας
βρίσκεται σε στάση αναμονής. Ωστόσο, οι συσσωρευμένες μαχητικές
εμπειρίες από τον Δεκέμβρη του 2008 και μετά και η συλλογική μνήμη για
εναλλακτικές μεθόδους οργάνωσης και αντίστασης, όπως οι καταλήψεις, οι
λαϊκές συνελεύσεις και άλλες μορφές αναβαθμισμένης πάλης, είναι στοιχεία
ικανά να τροφοδοτήσουν ένα νέο κύμα εργατικής απάντησης ανά πάσα
στιγμή. Όσοι νομίζουν ότι μπορούν να βασίζονται στο «τέλος της ελληνικής
ιστορίας» στο πεδίο της αντιμνημονιακής δράσης θα βρεθούν προ εκπλήξεων
και μάλιστα πολύ σύντομα”.
Ο κ. Καψάλης είχε διατελέσει ειδικός γραμματέας του Σώματος
Επιθεώρησης Εργασίας, μια θέση που μόνον εύκολη δεν χαρακτηρίζεται,
καθώς έχει ως ρόλο τη διαφύλαξη της εργασιακής νομοθεσίας και απώτερο
σκοπό την προστασία των εργαζομένων απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία.
Πόσο εύκολο είναι να ελέγχονται οι εργοδότες σε μια εποχή που η
ανεργία “χτυπάει” κόκκινο και η αναζήτηση εργασίας είναι πολλή δύσκολη,
με αποτέλεσμα πολλοί εργαζόμενοι να απασχολούνται σε συνθήκες γαλέρας;
“Στο σύντομο χρονικό διάστημα της θητείας μου στο ΣΕΠΕ έγινε
κατανοητό ότι η τήρηση της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας δεν
είναι μόνο ζήτημα ελέγχων, αλλά θα έπρεπε να είναι το αποτέλεσμα μιας
συνολικής κοινωνικής στρατηγικής αναβάθμισης της λειτουργίας της αγοράς
εργασίας σε ένα περιβάλλον ευνομίας και αξιοπρέπειας” τόνισε ο κ,
Καψάλης.
Όπως υπογράμμισε “Το υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας, ευσυνειδησίας και
επαγγελματισμού της συντριπτικής πλειοψηφίας των στελεχών του ΣΕΠΕ δεν
αρκεί για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των μισθωτών της χώρας,
διότι άλλοι παράγοντες, όπως η απορρυθμισμένη εργατική νομοθεσία και η
απουσία ενός συνεκτικού σχεδίου κοινωνικής, οικονομικής και παραγωγικής
ανασυγκρότησης της χώρας, μετατρέπουν το έργο του σε «κυνήγι μαγισσών»
και περιορίζουν την αποτελεσματικότητα των στοχευμένων δράσεών του.
Παράλληλα, οι εύστοχα επονομαζόμενοι και «κουκουλοφόροι της Τρόικας»
εντός του Υπουργείου Εργασίας υπονομεύουν συστηματικά την δράση και την
ανεξαρτησία του ΣΕΠΕ για προφανείς σκοπούς”.
Ενώ, ερωτηθείς για το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι είναι επιφυλακτικοί
απέναντι στην Επιθεώρηση Εργασίας και δύσκολα προχωρούν σε κάποια
καταγγελία, ανέφερε ότι “μολονότι στη συνείδηση των εργαζομένων το ΣΕΠΕ
αποτελεί ένα πρώτο καταφύγιο προστασίας και η προσφυγή στις υπηρεσίες
του είναι εξαιρετικά συχνή, η ατιμώρητη από το εργατικό κίνημα
εργοδοτική εκδικητική συμπεριφορά σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και
πρωτοφανούς ανεργίας λειτουργούν, ενδεχομένως, αποτρεπτικά για την
επώνυμη καταγγελία. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και η δυνατότητα της
ανώνυμης καταγγελίας με τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα και η σχετική
τηλεφωνική γραμμή 15512!”.
Ευαγγελία Κάκια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου