Σε λίγες βδομάδες συμπληρώνονται επτά χρόνια από την έγκριση του πρώτου Μνημονίου της Ελλάδος από τους διεθνείς πιστωτές της τότε Τρόικας.
Στη διάρκεια αυτών των επτά ετών, αποκαλύφθηκε ο καταστροφικός ρόλος
των ελληνικών ΜΜΕ στην παράταση αρχικά της κρίσης και μετέπειτα της
προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας.
Πέρα από τη σκόπιμη διαστρέβλωση
της αλήθειας από τον κίτρινο τύπο για την εξυπηρέτηση πολιτικών στόχων
(η οποία έχει και εκτενώς και επιτυχώς αναλυθεί υπό τον όρο «διαπλεκόμενα συμφέροντα» ή «διαπλοκή»), η ελληνική οικονομική κρίση αποκάλυψε επίσης την πολύ ρηχή και επιφανειακή γνώση των υποτιθέμενων έγκυρων ελληνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης σχετικά με βασικές μακροοικονομικές έννοιες και πολιτικές. Παράλληλα με τους Έλληνες πολιτικούς (βλ. άρθρο μου «Η Συνομωσία των Ασχέτων»
) τα ελληνικά ΜΜΕ (ειδικά τα έντυπα μέσα και τα τηλεοπτικά κανάλια)
έχουν τα τελευταία χρόνια ξεσκεπάσει μια θλιβερή πραγματικότητα: ότι οι
εκδότες, δημοσιογράφοι, αρθρογράφοι και σχολιαστές των ελληνικών ΜΜΕ
είναι οδυνηρά απληροφόρητοι σχετικά με οικονομικές έννοιες και με το θεσμικό πλαίσιο των διεθνών οργανισμών.
Οπωσδήποτε,
η εφαρμοσμένη μακροοικονομική διαχείριση είναι ένα πολύπλοκο εγχείρημα
που απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις. Επιπλέον, το διαδικαστικό και
νομικό πλαίσιο των διεθνών οργανισμών είναι ένας λαβύρινθος κανονιστικών
διατάξεων. Σαν αποτέλεσμα, οι δημοσιογράφοι που θα φιλοδοξούσαν να
παρέχουν μια συνεπή και αμερόληπτη κάλυψη των γεγονότων όπως
εκτυλίσσονταν στην Ελλάδα από το 2010, θα έπρεπε να είναι εξοικειωμένοι
τόσο με ορισμένες βασικές αρχές της οικονομικής θεωρίας, όσο και με τα
νομικά πλαίσια των διεθνών οργανισμών που συνδέονται με την ελληνική
κρίση.
Στην πραγματικότητα, μόνο μια ανεπαίσθητη μειοψηφία
παραδοσιακών Ελλήνων δημοσιογράφων, και, πιο πρόσφατα, ελάχιστοι
σχολιαστές σε ψηφιακά μέσα, ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των δραματικών εξελίξεων της τελευταίας επταετίας.
Το φτωχό εκπαιδευτικό υπόβαθρο του μέσου Έλληνα δημοσιογράφου
αποδείχθηκε ότι ήταν αποτρεπτικό εμπόδιο για δημοσιογραφία υψηλής
ποιότητας, ξέχωρα από τις ιδεολογικές προκαταλήψεις και τις κομματικές
γραμμές που τους υπαγόρευαν οι ολιγάρχες των ΜΜΕ.
Δύο ήταν οι βασικοί τρόποι με τους οποίους οι εκπρόσωποι των ελληνικών μέσων ενημέρωσης συνέβαλαν στη διαιώνιση της κρίσης πολύ πέρα από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Πρώτον, ως άμεσοι αρθρογράφοι ή δημοσιογράφοι στα δικά τους ΜΜΕ. Δεύτερον, ως συνομιλητές σε συνεντεύξεις με πολιτικούς, «εμπειρογνώμονες», και «αναλυτές» που ήθελαν να εκφράσουν γνώμη για τις τρέχουσες εξελίξεις.
Ως άμεσοι συντελεστές, αντί για αποσαφήνιση εννοιών, οικονομικών πολιτικών, και διαδικασιών, τα ελληνικά ΜΜΕ διαιώνισαν τη σύγχυση για τα αίτια της κρίσης και παρέτειναν τις πλάνες για τον τρόπο τερματισμού της. Το κολοσσιαίο σφάλμα σ' αυτή τη διαδικασία ήταν η διάδοση και εμπέδωση της επιχειρηματολογίας ότι υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι εξόδου από την κρίση--η
«πάλη των ιδεών» όπως ατυχώς τη χαρακτήρισε πρόσφατα ένας κατά τα άλλα
έγκριτος θεράπων της 4ης Εξουσίας. Αλλά δεν υπάρχει πάλη ιδεών. Όπως
ανέλυσα αλληγορικά στο άρθρο μου «Το Τραμ της Αθήνας», για μια χρεοκοπημένη χώρα όπως η Ελλάδα, δεν υπάρχει εναλλακτική λύση από τη μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος,
ανεξάρτητα από τις ιδεολογικές αποκλίσεις των ατόμων που βρίσκονται
στην εξουσία. Το μόνο εργαλείο στη διάθεση της (κάθε) κυβέρνησης είναι πώς να επιτύχει μια δίκαιη κατανομή του βάρους της προσαρμογής στις διάφορες κοινωνικές τάξεις--αλλά
η προσαρμογή νομοτελειακά θα οδηγήσει σε ένα χαμηλότερο βιοτικό
επίπεδο όλης της κοινωνίας σε βάθος χρόνου. Ελάχιστα άτομα από την
ελληνική δημοσιογραφική οικογένεια είχαν, αφενός το μορφωτικό υπόβαθρο
και αφετέρου την επαγγελματική αυτοπεποίθηση, να εξηγήσουν αυτή τη
σκληρή πραγματικότητα.
Δεύτερον, τα έντυπα, αλλά κυρίως τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά ΜΜΕ, παρείχαν
συστηματικά την ευκαιρία σε διεθνώς ανυπόληπτα μέλη της ελληνικής
«άρχουσας τάξης» να παρουσιάζουν εσκεμμένα ψευδείς πληροφορίες και
χαλκευμένες αναλύσεις για την υποστήριξη των προσωπικών τους
στόχων. Το θέμα σ' αυτό το σημείο δεν είναι η παραποίηση της αλήθειας
από τα άτομα που έδιναν τις συνεντεύξεις: αυτό, λίγο-πολύ, ήταν
αναμενόμενο. Το πρόβλημα είναι ότι οι δημοσιογράφοι και συντονιστές των
εκπομπών δεν ήταν σε θέση να αντικρούσουν τα παραπλανητικά επιχειρήματα
των συνομιλητών τους, λόγω ανεπαρκούς κατανόησης της οικονομικής
θεωρίας και του τρόπου λειτουργίας των διεθνών οργανισμών. Σαν
αποτέλεσμα, η κοινή γνώμη σπάνια είχε μια ισορροπημένη παρουσίαση των
προσφάτων εξελίξεων και προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, της
πραγματικής πορείας των διαπραγματεύσεων, ή των ουσιαστικών επιπτώσεων
των διαφόρων μνημονίων.
Δεν μπορεί κανείς παρά να αναλογιστεί με θλίψη πώς υποτιθέμενα έγκυρα μέσα μαζικής ενημέρωσης έγιναν «συνεργοί στο έγκλημα» με μια σειρά Ελλήνων αξιωματούχων και αυτοδιαφημιζόμενων εμπειρογνωμόνων και συνέβαλαν στη δημιουργία ψευδαισθήσεων που έχουν παρατείνει την προσαρμογή πέρα από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρωζώνης. Η προβολή και διαιώνιση των όρων «πολιτική λύση» (άγνωστη έννοια σε διεθνές επίπεδο), «έντιμος συμβιβασμός» (μονομερής απόρριψη των ανειλημμένων δεσμεύσεων, δηλαδή ανέντιμη διαπραγμάτευση), «ημερομηνία-ορόσημο»
(επαναλαμβανόμενη πλασματική προθεσμία για την ανάκτηση χαμένου
εδάφους) είναι ορισμένα από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα συνενοχής των
ελληνικών ΜΜΕ στον αποπροσανατολισμό του ελληνικού εκλογικού σώματος.
Πέρα από τη γνωστή «διαπλοκή», τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, λόγω
αμάθειας, ανικανότητας, και απειρίας, όχι μόνο διευκόλυναν τη διάδοση
ανακριβειών για το τρόπο της οικονομικής ανάκαμψης, αλλά παρείχαν επίσης
φόρουμ (αυτο) προβολής απαίδευτων και ημιμαθών ατόμων, που έχουν κάνει ανυπολόγιστη ζημιά στην ελληνική κοινωνία.
Το άρθρο αποτελεί επικαιροποιημένη σύνοψη στα ελληνικά του άρθρου μου "Partners-in-Crime: The Destructive Role of the Greek Media during the Economic Crisis" που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό New Europe το Νοέμβριο 2016.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου